Ο μανάβης τα κουτσοκατάφερνε. Σπίτι, φαμίλια, υποχρεώσεις με
αξιοπρέπεια. Εφορίες, τράπεζα με συνέπεια. Ζούσε χωρίς πολλά πολλά και
φανταχτερά. Ενα ωραίο πρωί του ήρθε φάκελος τραπεζικός και μέσα μια
ωραία γυαλιστερή πιστωτική κάρτα που δεν είχε διανοηθεί να ζητήσει.
Παίρνει την τράπεζα τηλέφωνο και λέει δεν τη θέλω. Αμ δε γίνεται έτσι,
του απαντούν. Πρέπει νά 'ρθετε από δω να συμπληρώσετε χαρτιά κι άλλα
τέτοια σοβαρά και τυπικά. Τρελαίνεται ο μανάβης. Μα εγώ ξυπνάω στις
πέντε το πρωί. Κλείνω μετά τις τρεις το μεσημέρι. Εσείς έχετε κλείσει ως
εκείνη την ώρα κλπ. κλπ. Ανένδοτη η τράπεζα στην αρνημένη προσφορά.
Κλείνει το μανάβικο ένα πρωί. Παίρνει κι ένα σακί πατάτες στον ώμο και
το κόβει για το γνωστό του υποκατάστημα τραπέζης. Κάθεται στην καρέκλα,
περιμένει το διευθυντή. Υπογράφει τη χαρτούρα και ξαλαφρώνει. Σηκώνεται
να φύγει ώσπου τον φωνάζει ο διευθυντής. Ξεχάσατε το σακί με τις
πατάτες, λέει ευγενικά για να μη ρεζιλευτεί ότι.... δωροδοκήθηκε και μ'
ένα σακί πατάτες. Απτόητος κι ευγενικός κι ο μανάβης του απαντά. Δεν το
θέλετε;.. Ωραία, λοιπόν, πάρτε το αυτοκίνητό σας, φορτώστε το και φέρτε
τό μου αύριο το πρωί στο μανάβικο!
Η ιστορία είναι πραγματική και πάει πίσω λίγα χρόνια. Τότε που οι
κάρτες έπεφταν βροχή κι έφτιαχναν το άλλοθι της σημερινής
ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, υποθήκευαν κατασκευασμένες επιθυμίες
και εδραίωναν την καταναλωτική αστική δημοκρατία ως μονοδρομικό
παράδεισο χειραγώγησης των μαζών. Ο τσαμπουκάς της τράπεζας, η γραφική
αντίστιξη, χαριτωμένη εν πολλοίς, του μανάβη, συνέθεσαν ακόμα κι ως
εξαίρεση στον κανόνα, τη συνομωσία της διαφθοράς των μαζών,
καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση της δύναμης του χρήματος ως κοινού αγαθού.
Εκατομμύρια εργαζομένων ομογενοποιήθηκαν ως μάζα που διαθέτει μια
σχετικά εύκολη πρόσβαση στο χρήμα. Τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς του ευρώ,
2001, στα μηχανήματα ανάληψης σχηματίζονταν ουρές τα ξημερώματα, ώστε τα
πολύχρωμα χαρτονομίσματα στην παλάμη να ξορκίζουν όλους του άλλους
τρόπους δημιουργίας κοινής ταξικής, κοινωνικής κι εν τέλει πολιτικής
συνείδησης. Δεν ήταν ο διάβολος αλλά ο φτωχοδιάβολος που φορούσε
«πράντα».
Στη δεκαετία που ακολούθησε η εξαθλίωση γιγάντιων μαζών εργαζομένων
ορατή τε και αόρατη - μιά ολόκληρη Ελλάδα, πάνω από δώδεκα εκατομμύρια
Γερμανοί εργαζόμενοι, φυτοζωούν με μικροδουλειές των τετρακοσίων ευρώ
και απόλυτα εξαρτημένοι από επιδοματικές προνοιακές πολιτικές του
θηριώδους κυβερνώντος κεφαλαίου - έγινε με ταχύτητες αστρονομικές, που
μόνο σε πόλεμο αντιστοιχούν. Κυρίως όμως με την εκλογική νομιμοποίηση
και τα αλλαλάζοντα κύμβαλα των μαζικών Μέσων. Κι ήταν αυτά κυρίως που
ξαναθυμήθηκαν το σοσιαλδημοκρατικό ψευδοκράτος πρόνοιας, το βάφτισαν
κίνημα αριστεράς και παγίδευσαν μάζες στην ψευδαίσθηση της οργανωμένης
δράσης. Η κρίσιμη μάζα, το ζητούμενο σ' εκείνο το συσχετισμό δύναμης που
θα επέτρεπε την ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής, διασπάστηκε σε
λουμπενοποιημένες εξεγέρσεις, κινήματα σαν της πατάτας, και πολιτικές
αναζητήσεις της έννοιας του πολύτεκνου ως τρίτεκνου, τετράτεκνου... στα
ψηλαλώνια των αγανακτισμένων όπου κούρνιασαν και πάχυναν τα μαύρα φίδια.
Μέσα σε πέντε χρόνια εφαρμόστηκε το μααστριχτικό καθεστώς εργασίας ως
πατριωτικό «μέτωπο» δύο εκατομμυρίων ανέργων, που ξεσπούν σε γκλαμουράτα
λαμόγια, βλέπουν με κατανόηση το σωματείο μη τυφλών που φτιάχτηκε για
να επιστρέψει με δόσεις τα αχρεωστήτως καταβληθέντα επιδόματα τυφλότητας
και ψευδοσοκάρονται με τις αγριότητες σε βάρος μεταναστών μόνον όταν
δημοσιοποιηθούν. Οταν οι μάζες πιστέψουν ότι αιχμαλώτισαν τον
καπιταλισμό όλον σε μια λίστα λαγκαρντιανή, ότι κατοχύρωσαν την
κοινωνική συνοχή στη φιλανθρωπία του ΣΚΑΙ ο ουρανός, και ότι η
αλληλεγγύη κρεμιέται στο ικρίωμα του δημάρχου που δίνει αποθήκες για τα
μεγκάλα φορτηγά, τότε ανενόχλητο το κεφάλαιο θα αυγατίζει ποντάροντας.
Οχι στα γκανιάν - αουτσάιντερ, Παπαδημούλης - Λαφαζάνης, αλλά στο
ευεργετικό χάος της ανασφάλειας και του τρόμου με ρήτρα ευρώ.
Η κρίσιμη μάζα άμα χωράει σ' ένα σακί πατάτες, αφήνει την τράπεζα
αλώβητη, την αξιοπιστία του αστικού κράτους ακέραιη, τη δε εργατική τάξη
εμβρόντητη όταν μαθαίνει ότι ο Μπιν Λάντεν δεν ήταν απλώς τρομοκράτης.
Εκανε κάτι φριχτότερον. Λάδωνε την πολεοδομία του Πακιστάν για να χτίσει
φρούριο-σπίτι. Σαν το Μήτσο απέναντι, ένα πράμα! Αυτή είναι η καυτή
πατάτα. Οχι να σ' απασχολεί το κλείσιμο της σχολής τυφλών και τα
φιλότιμα παιδιά που ζητάνε δουλειά για τον μπαμπά και τη μαμά από τον
Αϊ-Βασίλη και δε βγήκαν για τα κάλαντα πολλά, για να μην τα ληστέψουν τα
μεγαλύτερα... Φιλότιμα; Σεις πείτε.
Υ.Γ.:
Εμπαργκο στις ευχές φέτος. Μήπως πιάσουν. Και τα παιδιά μπερδέψουν τον
«άγιο» - αφεντικό που φέρνει τη δουλειά, με το φουσκωτό της μαύρης
μπλούζας με τα χρυσάσπρα γράμματα. Κι άντε ύστερα να τα πείσεις ότι η
Καισάρεια δεν παράγει καίσαρες...
Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου