Την ώρα που η εκπαίδευση και οι εκπαιδευτικοί στην πατρίδα μας βρίσκονται στο επίκεντρο της πιο βάρβαρης επίθεσης των τελευταίων 50 χρόνων, την ώρα που οι μισθοί μας έχουν μετατραπεί σε φιλοδώρημα και οι νέοι συνάδελφοι έχουν παραδοθεί στην απόλυτη ένδεια των 639 ευρώ το μήνα, τώρα που η παιδεία υποχρηματοδοτείται, που τα σχολεία δεν έχουν βιβλία, που οι σχολικές επιτροπές δεν καλύπτουν ούτε καν τις στοιχειώδεις ανάγκες για θέρμανση και κιμωλίες, η Υπουργός Παιδείας φέρνει στο προσκήνιο το μπαμπούλα της αξιολόγησης, συνδέοντάς την επίδοση των μαθητών με τις πενιχρές αποδοχές των εκπαιδευτικών αλλά και με τον εφιάλτη της απόλυσης.
Το νέο μισθολόγιο – φτωχολόγιο (Ν. 4024/2011) της εξαθλίωσης συνδέει τη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη με την αξιολόγηση. Θέτει φραγμούς με μια....
σειρά από αυθαίρετες ποσοστώσεις, ανοίγοντας – μέσω της αξιολόγησης – και τον καιάδα των απολύσεων.Είναι εμφανής ο στόχος να απαλλαγεί το κράτος από τις διαχρονικές του ευθύνες και να υποδειχθεί ως μοναδικός υπαίτιος των προβλημάτων της εκπαίδευσης ο εκπαιδευτικός, ο οποίος θα πρέπει να είναι και ευχαριστημένος με τα ψίχουλα που του παρέχουν ως ανταμοιβή για την προσφορά του.
Στο νέο σχολείο που προετοιμάζεται ο εκπαιδευτικός εκτός από ενδεής θα πρέπει να είναι πειθήνιος και υποταγμένος. Απόλυτα χειραγωγημένος από την κεντρική εξουσία και απόλυτα μόνος από υπεράσπιση. Όλο αυτό το αυταρχικό, αντιεκπαιδευτικό πλέγμα, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από κανένα. Υπάρχει μια ξεκάθαρη απάντηση όλων: Φτάνει πια, ως εδώ.
Οι εκπαιδευτικοί δεν αποδέχονται τον εργασιακό μεσαίωνα που τους επιβάλλουν. Με αυτό το περιβάλλον και αυτά τα δεδομένα αρνούνται να παραδοθούν ως εξιλαστήρια θύματα της κακοδαιμονίας της ελληνικής εκπαίδευσης.
Ο Κλάδος των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης με αποφάσεις των Γενικών του Συνελεύσεων έχει ταχθεί καθαρά υπέρ της αυτοαξιολόγησης του εκπαιδευτικού και της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου. Μιας αξιολόγησης που καμιά σχέση δεν έχει με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης.
Η αξιολόγηση που προτείνουμε πρέπει να λειτουργεί ως ανατροφοδοτικός μηχανισμός της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Να αξιολογεί το σύνολο των εμπλεκομένων στην εκπαιδευτική διαδικασία (υποδομές, αναλυτικά προγράμματα, βιβλία, επιμόρφωση, συνθήκες άσκησης εκπαιδευτικού έργου), να κινείται στους άξονες προγραμματισμός, στοχοθεσία, παρακολούθηση και αξιολόγηση από συλλογικά όργανα (Σύλλογος Διδασκόντων σε συνεργασία με το Σχολικό Σύμβουλο), να έχει στόχο την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού έργου και τη βελτίωση του εκπαιδευτικού και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να ταυτίζεται με τη διαδικασία βαθμολογικής κατάταξης και μισθολογικής εξέλιξης. Η διαδικασία της αξιολόγησης οφείλει να απαντά στα εξής ερωτήματα : 1. Τι προγραμματίζεται. 2. Πώς εφαρμόζεται, αυτό που προγραμματίζεται, στην πράξη. 3. Τι αξιολογείται. 4. Πώς αποτιμάται το τελικό αποτέλεσμα. 5. Ποιες πρωτοβουλίες πρέπει να αναληφθούν για τη βελτίωση τις προσπάθειας. Για μας η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου αφορά εκείνη τη διαδικασία που θα συνδέει το προϊόν της αξιολόγησης, είτε της σχολικής μονάδας, είτε της ευρείας περιφέρειας με μέτρα διορθωτικά τόσο σε οικονομική κατεύθυνση όσο και σε διδακτική και παιδαγωγική. Η διαρκής επιμόρφωση, η πλήρης υλικοτεχνική υποδομή, ο συμβουλευτικός ρόλος των στελεχών της εκπαίδευσης και μόνο, είναι κάποιες από τις δικλείδες που ασκούν προωθητικό ρόλο στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου.
Ο εκπαιδευτικός και το έργο του δεν κρίνονται από μονοπρόσωπα αλλά από συλλογικά όργανα, το δε αποτέλεσμα της κρίσης σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι προϊόν αποκλειστικά αξιολογικής έκθεσης και δε είναι δυνατό να χρησιμοποιείται ως πειθαρχικό μέτρο και να συνδέεται με την υπηρεσιακή, μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη του εκπαιδευτικού. Τόσο στον προγραμματισμό, στο σχεδιασμό και στην αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου βασική και καθοριστική είναι η συμμετοχή του Συλλόγου Διδασκόντων σε συνεργασία με το σχολικό Σύμβουλο.
Εκείνο που πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους και ιδιαίτερα από τα εμπλεκόμενα μέρη είναι, ότι για να εφαρμοστεί και ιδιαίτερα να πετύχει ένα σύστημα αξιολόγησης, πρέπει να συζητηθεί και να τύχει της αποδοχής τόσο από την πλευρά των αξιολογητών, όσο και των αξιολογούμενων. Από το προϊόν της αξιολογικής διαδικασίας πρέπει να προκύπτει όφελος, ποιότητα και αναβάθμιση της ίδιας της εκπαίδευσης.
Υπάρχει κατηγορηματική διαφωνία με τα νομοθετήματα των τελευταίων χρόνων (Ν. 3848/10, Ν. 4024/11) γιατί είναι φανερό ότι στόχος τους δεν είναι η αναβάθμιση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου αλλά η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών η κατηγοριοποίηση των σχολείων και σε τελική ανάλυση η δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα μετατρέπουν τον εκπαιδευτικό σε ένα φοβισμένο και άβουλο όργανο που άκριτα και κάτω από τον φόβο τιμωρητικών διατάξεων θα εφαρμόζει όσα του επιβάλλονται.
Οι πρόσφατες δηλώσεις της Υπουργού Παιδείας και οι προθέσεις της κυβέρνησης – μέσω του προγραμματισμού της Διεύθυνσης Σπουδών, φανερώνουν ότι επιθυμούν, η αξιολόγηση στην εκπαίδευση να αφορά μόνο τον εκπαιδευτικό και να έχει αυστηρά ελεγκτικό διοικητικό χαρακτήρα απαλλάσσοντας την Πολιτεία από τις τεράστιες ευθύνες της. Ο εκπαιδευτικός αντιμετωπίζεται ως αυτός που ανά πάσα στιγμή χρειάζεται πολλαπλούς αξιολογητές, σχολικό σύμβουλο και διευθυντή με τη δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι του για να αποδώσει.
Η πραγματικότητα όμως αποδεικνύει ότι η Πρωτοβάθμια εκπαίδευση στη χώρα μας λειτουργεί κυρίως χάρη στην ευσυνειδησία και το φιλότιμο του Έλληνα εκπαιδευτικού. Τα σχολεία λειτουργούν, σήμερα, με σοβαρές ελλείψεις στα βιβλία, χωρίς χρήματα, χωρίς πετρέλαιο, με εκπαιδευτικούς που είναι οικονομικά εξαθλιωμένοι και που η Κυβέρνηση θέλει να είναι υποταγμένοι και να μην προβάλουν αντιστάσεις.
Ο κλάδος των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης από τη δεκαετία του ΄80 έχει δώσει μεγάλες και νικηφόρες μάχες για την κατάργηση του επιθεωρητή και του επιθεωρητισμού και τις δεκαετίες του ΄90 και του ΄00 έχει συγκρουσθεί με επιτυχία με τις προσπάθειες επιβολής εξωτερικών αξιολογητών στην εκπαίδευση και έχει αποτρέψει την επιβολή της αξιολόγησης που ήταν έξω από τις θέσεις του. Το ίδιο θα κάνει και σήμερα με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα .
Το Δ.Σ. της ΔΟΕ είναι κατηγορηματικά αντίθετο σε αυτή την μορφή αξιολόγησης – χειραγώγησης που προσπαθεί να επιβάλλει η Κυβέρνηση και καλεί το Υπουργείο Παιδείας να μη προχωρήσει στην υλοποίησή της, σε διαφορετική περίπτωση η αντίδραση του οργανωμένου κλάδου θα είναι τέτοια που θα ανατρέψει για άλλη μια φορά τα σχέδιά τους.
ΟΧΙ στην αξιολόγηση- χειραγώγηση των εκπαιδευτικών.
ΟΧΙ στην κατηγοριοποίηση μαθητών και σχολείων.
Ακώλυτη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη.
Κατάργηση του νομικού πλαισίου για την αξιολόγηση Ν. 3848/10 και 4024/11.
Παιδαγωγική ελευθερία και δημοκρατία στα σχολεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου